Κοινωνική Οικονομία και Τοπική Αυτοδιοίκηση



ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ – ΤΟΠΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Αυτό που είναι πολύ σημαντικό για μας, που παρεμβαίνουμε στη πορεία ενός τόπου, από θέσεις εξουσίας (τοπική αυτοδιοίκηση, κράτος, κ.λ.π.) είναι να γνωρίζουμε ποιος είναι ο στόχος.  Να μπορούμε δηλαδή να φανταστούμε πως θέλουμε σε βάθος χρόνου τον τόπο και το κυριότερο, πως σ’ αυτό το χρόνο φανταζόμαστε την κοινωνία στην οποία παρεμβαίνουμε.
Όταν παρεμβαίνουμε στο τόπο με όποιο τρόπο (ένας δρόμος, ένα κτίριο, κ.λ.π.) αυτό επηρεάζει και τους ανθρώπους.   Δηλαδή την κοινωνία.  Αυτό ενώ φαίνεται αυτονόητο στην πράξη δεν φαίνεται να ισχύει. Αυτό επομένως που θα θέλαμε είναι να έχουμε αυτή τη παραδοχή και άρα αυτό που κάνουμε, να γίνεται συνειδητά και προς τη κατεύθυνση του σχεδιασμού που έχουμε κάνει για το πως θέλουμε την τοπική κοινωνία, πως τη φανταζόμαστε σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Αυτό δηλαδή που χρειαζόμαστε είναι να συμβαίνουν τα αυτονόητα. Φαντασία, σχέδιο, στόχος.
Στις μικρές τοπικές κοινωνίες με την όποια «αυτοδιοίκηση», θεωρούμε υπάρχουν περιθώρια  και βέβαια αρκετός χώρος για να υπάρχουν ακόμα τα παραπάνω αυτονόητα.  Ίσως σ’ αυτές τις κοινωνίες και ιδιαίτερα της υπαίθρου της Ελλάδας, μπορούν να αποδειχτούν σημαντικά με εμφανή αποτελέσματα σε σχετικά μικρούς χρόνους.
Μπορούμε δηλαδή να επηρεάσουμε αυτές τις κοινωνίες και πρέπει να το κάνουμε συνειδητά.  Δεν αγνοούμε το τρόπο και τις δυνατότητες που μπορούν να επηρεάζονται αυτές οι κοινωνίες από υπερτοπικές εξουσίες κράτος, Ευρωπαϊκή Ένωση, παγκοσμιοποίηση, κ.λ.π. Όμως στην εφαρμογή αυτές οι εξουσίες έχουν κενά, που μπορούν να καλυφθούν από τη τοπική αυτοδιοίκηση. Από μικρές δηλαδή παρεμβάσεις που μπορούν να έχουν εναλλακτικές κατευθύνσεις.
Κυρίως στην ύπαιθρο Ελλάδα αλλά και στις πόλεις σε κάποιο βαθμό διατηρούνται στοιχεία που προβιομηχανικά χαρακτήριζαν τις τοπικές κοινωνίες και που τις όριζαν σαν κοινότητες. Τέτοια στοιχεία είναι η αλληλεγγύη, η αλληλοβοήθεια, η συλλογικότητα, οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους, η σχέση ισορροπίας μεταξύ ανθρώπινης δραστηριότητας και φύσης.  Αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν και σήμερα να αποτελούσαν στοιχεία μιας εναλλακτικής μορφής ανάπτυξης των σημερινών τοπικών κοινωνιών και θα πρέπει να περιέχονται στο σχεδιασμό της τοπικής αυτοδιοίκησης για την πορεία των τοπικών κοινωνιών.
Η κοινωνική οικονομία, που σήμερα βρίσκεται στο προσκήνιο κυρίως γιατί εμπεριέχεται σαν όρος σε προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ στην Ελλάδα ο τρόπος και μορφές εργασίας είχαν στοιχεία αυτά που λέμε σήμερα κοινωνικής οικονομίας και δεν εννοώ τους συνεταιρισμούς μόνο, αλλά και τον τρόπο που  λειτουργούσαν οι αγροτικές, κτηνοτροφικές κοινωνίες της Ελλάδας στη προβιομηχανική εποχή.
Θυμούμαι δηλαδή, και γω ακόμα, «τα κοινάτα» και «τις


πατούλιες[1]» στη δική μας περιοχή, τη συνεργασία των γυναικών για να παράγουν μετάξι, τη συνεργασία των αγροτών για να οργώσουν τα χωράφια τους, όταν τους ήταν αδύνατο να διαθέτουν ζευγάρι από αγελάδες (είχε μια ο καθένας), την συνεργασία σε περιόδους «βεντέμας» δηλαδή τους «δανεικούς» και αυτό συνέβαινε μεταξύ οικογενειών, που ανέπτυσσαν σχέσεις μεγαλύτερες κα ισχυρότερες από αυτές της συγγένειας αίματος.
Αυτά εξακολουθούν να «επιζούν» στη συνείδηση των σημερινών κατοίκων της υπαίθρου, σε βαθμό ικανό, να μπορούν εύκολα  να επανέλθουν ξανά και να μπορέσουν να αποτελέσουν τα στοιχεία μιας κοινωνίας που επιδιώκουμε.
Ο τομέας λοιπόν της κοινωνικής οικονομίας θα πρέπει για την αυτοδιοίκηση να είναι επιδίωξη, στο τομέα της απασχόλησης, παρ’ ότι έχει πολύ λίγο χώρο η ίδια σ’ αυτό το τομέα (αρμοδιότητας και αναλογίας οικονομικών πόρων).  Εμείς έχουμε μια τέτοια κατεύθυνση στη δική μας περιοχή, παρ’ ότι είμαστε ένα μικρός Δήμος 2.400 κατοίκων με κύριες απασχολήσεις την γεωργία, την κτηνοτροφία, μικρές επιχειρήσεις μεταποίησης. Δηλαδή αυτό που προσπαθούμε είναι να εμψυχώσουμε και να οργανώσουμε μορφές απασχόλησης που εμπεριέχουν ή διατηρούν ή προϋποθέτουν τα παραπάνω στοιχεία δηλαδή το συνεργατισμό, την αλληλοβοήθεια, τη συλλογικότητα, το συνταίριασμα της ανθρώπινης δραστηριότητας και της φύσης. Δηλαδή μορφές που ενώ προϋποθέτουν οικονομικό αποτέλεσμα για να υπάρξουν, αυτό δεν είναι αυτοσκοπός, αφού έχουν και άλλες προϋποθέσεις που είπαμε παραπάνω.
Αυτό λοιπόν που πρώτα απ’ όλα προϋποτίθεται είναι η πολιτική βούληση. Δηλαδή θα πρέπει αυτός που έχει μια εξουσία να έχει και να θέλει αυτή τη πολιτική κατεύθυνση, δηλαδή το Δημοτικό συμβούλιο στην περίπτωση της αυτοδιοίκησης α’ βαθμού ή η κυβέρνηση στη περίπτωση του κράτους.
Λιμνοδεξαμενή Γέργερης
Αυτό που επίσης είναι πολύ σημαντικό είναι το πώς αυτή η πολιτική βούληση θα συγκεκριμενοποιείται και το κυριότερο πως θα γίνεται πράξη. Σήμερα η αυτοδιοίκηση έχει πολύ μικρή συμμετοχή και δυνατότητα στο τομέα της απασχόλησης. Αυτό που γίνεται σήμερα με τα επιδοτούμενα προγράμματα, είναι η παρέμβαση ή βοήθεια σε κάποιον αφού αποφασίσει να ασχοληθεί ή να ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα. Από ένα κρατικό ΟΑΕΔ που βρίσκεται στην έδρα του νομού και σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις έχει ένα ή δύο παραρτήματα σε μεγαλύτερα χωριά. Αυτό όμως που είναι σημαντικό είναι ένας «ΟΑΕΔ» να γνωρίζει καλά τους ανθρώπους του άρα θα πρέπει να είναι μικρής χωρικής εμβέλειας και βέβαια να τους κάνει ικανούς να απευθυνθούν σε αυτόν. Οι άνθρωποι, που έχουν πρόβλημα ανεργίας συνήθως έχουν και αδυναμίες στις δυνατότητες για αξιοποιήσει ευκαιριών. Άρα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι η εμψύχωση. Που μπορεί όμως να γίνει σε πολύ μικρό τοπικό επίπεδο, που παρέχει δυνατότητες γνώσεις των ανθρώπων που έχουν τέτοια προβλήματα. Ο κυριότερος εκφραστής είναι το κράτος  μέσω του ΟΑΕΔ. Εμείς θεωρούμε ότι σε κάθε Δήμο χρειάζεται να λειτουργήσει μια μικρή ομάδα ανθρώπων επιστημονική – ένας τοπικός ΟΑΕΔ με παράλληλη κατάργηση του κρατικού ΟΑΕΔ που θα:
1.    παράγει ιδέες για απασχόληση (επιχειρηματικές δραστηριότητες, κ.λ.π.).
2.    θα επεξεργάζεται αυτές τις ιδέες.
3.    θα εμψυχώνει ανθρώπους που ενδιαφέρονται γι’ αυτές τις ιδέες – απασχολήσεις.
4.    θα δραστηριοποιείται σε θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού.
5.    θα καταρτίζει και θα οργανώνει ομάδες με  συνεργατική συνειδητοποίηση.
Ανάπλαση Πλατείας, Απομαρμά
Σήμερα αυτό λείπει από την αυτοδιοίκηση όχι τόσο λόγω έλλειψης αρμοδιοτήτων  (θα μπορούσε να βρει κανείς νόμιμο τρόπο να το κάνει) όσο για έλλειψη οικονομικών πόρων στήριξης τέτοιων δραστηριοτήτων αφού σήμερα αυτοί διοχετεύονται στο κρατικό ΟΑΕΔ.
Οι όποιες εξαιρέσεις υπάρχουν, υπάρχουν μόνο μέσα από ελάχιστα ευρωπαϊκά προγράμματα, στα οποία οι ΟΤΑ έχουν διεκπεραιωτικό ρόλο και που πολλές φορές ακόμη και εδώ ο κρατικός ΟΑΕΔ μπαίνει εμπόδιο στην εφαρμογή τους (π.χ. γυναίκες της υπαίθρου δεν χαρακτηρίζονται άνεργες) ή που υπεισέρχονται άλλες παράμετροι (π.χ. πελατειακές σχέσεις) που αποπροσανατολίζουν τις προσπάθειες.
Αυτή την έλλειψη την καλύψαμε εν’ μέρει με το γραφείο κοινωνικών υποστηρικτικών υπηρεσιών (ευρωπαϊκό πρόγραμμα) που δυστυχώς σταματάει τη λειτουργία του. Σε σχέση με τη κατάρτιση αυτή σήμερα προσφέρεται κυρίως από τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης τα οποία χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά προγράμματα  που όμως γίνονται άκαιρα, χωρίς σύνδεση με δυνατότητα απασχόλησης, όταν δηλαδή δεν χρειάζονται με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια εξαρτώμενη επιδοτούμενη ομάδα ανθρώπων.
Εμείς όσες φορές χρειάστηκε να καταρτισθούν άνθρωποι τους οποίους οργανώναμε σε ομαδικά σχήματα απασχόλησης, έπρεπε να πληρώσουμε για να έχουμε την εκπαίδευση που θέλουμε στο χρόνο που τη θέλουμε.
  Η νομική μορφή που μια ομάδα ανθρώπων θα μπορούσε να οργανωθεί στα πλαίσια της κοινωνικής οικονομίας, αυτό δηλαδή που θα μπορούσαμε να πούμε κοινωνική επιχείρηση σήμερα στην Ελλάδα δεν υπάρχει.  Η μόνη περίπτωση που έχουμε στην Ελλάδα κοινωνικών επιχειρήσεων είναι οι ΚΟΙ.Σ.Π.Ε. (Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Π.Ε.)
Εμείς χρησιμοποιούμε τη νομική μορφή του συνεταιρισμού που είναι πολύ κοντά στη κοινωνική επιχείρηση κυρίως οι ολιγομελείς συνεταιρισμοί που εργάζονται όλα τα μέλη τους και που μπορούν να διασφαλίσουν την ομαδική συνοχή και κυρίως τη δημοκρατική διαδικασία απόφασης που είναι πολύ σημαντικό στοιχείο.
Αυτό που προκύπτει από την έλλειψη αυτή είναι πιστοποίηση της κοινωνικής επιχείρησης και επομένως η απουσία στοχευμένου υποστηρικτικού πλαισίου π.χ. οικονομικής ενίσχυσης αυτών των επιχειρήσεων κυρίως στην έναρξη τους, στην αρχή της λειτουργίας τους.  Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι η ενίσχυση των όποιων μορφών έχουμε μόνο από στοχευμένα ευρωπαϊκά προγράμματα (π.χ. equal) ή μαζί με όλες τις άλλες επιχειρήσεις μέσω αναπτυξιακού  νόμου ή μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων.  Δεν έχουμε δηλαδή στοχευμένα προγράμματα οικονομικής στήριξης από αυτοδιοίκηση, κράτος, τράπεζες κ.λ.π. χρηματοδοτικούς φορείς.
Αν θεωρήσουμε σήμερα, ότι η μορφή του συνεταιρισμού ή της αστική εταιρείας μη κερδοσκοπικής αποτελούν μορφές με χαρακτηριστικά κοινωνικών επιχειρήσεων, στο υπάρχον νομικό πλαίσιο ελάχιστα υποστηρικτικά στοιχεία υπάρχουν.
Εμείς χρησιμοποιούμε πολύ τη δυνατότητα που παρέχει ο κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων (παρ.3 αρθ.192 Ν. 3463/06)[2] για την απευθείας ενοικίαση χώρων που ανήκουν στο Δήμο, με ενοίκιο που καθορίζεται από επιτροπή π.χ. χώρος στέγασης εργαστηρίου της κοινωνικής επιχείρησης ή ενοικίαση αναψυκτηρίου ή ενοικίαση κινητών π.χ. έπιπλα, οχήματα.
Επίσης μας δίδεται η δυνατότητα εφ’ όσον υπάρχουν οικονομικοί πόροι μέσω ΚΕΚ της κατάρτισης των ομάδων ή με τη βοήθεια πανεπιστημίου (π.χ. εκπαιδευόμενη ομάδα που ανήκει σε συν/σμό εναλλακτικών μορφών τουρισμού, σε θέματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης) ή ετοιμάζουν το απαραίτητο εκπαιδευτικό υλικό. Βέβαια μέσα από τη χρήση των προγραμματικών συμβάσεων .
Δεν έχουμε όμως τη δυνατότητα απευθείας αγοράς υπηρεσιών από επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας.  Επομένως εδώ θα μπορούσε να διευκολυνθεί η κοινωνική επιχείρηση για απευθείας ανάθεση εργασιών η προμηθειών ή ακόμη  και εκτέλεσης έργων εφ’ όσον πρόκειται για τέτοιου τύπου επιχείρηση ή οποία φυσικά θα πρέπει να πιστοποιείται σαν κοινωνική επιχείρηση.
Νομίζω ότι η πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση (ιδιαίτερα οι δήμοι της ενδοχώρας) αποτελεί ιδανικό χώρο για την εφαρμογή πολιτικών με πρόταγμα την κοινωνική οικονομία. Εκτός όμως από τη βούληση θα πρέπει να δοθεί ή να διεκδικηθεί και η δυνατότητα.


[1] Μορφή μικρού συνεταιρισμού, που συναντούμε στην Κρήτη με επίκεντρο το μιτάτο, ετήσιας διάρκειας ή και παραπάνω, όπου μικροϊδιοκτήτες, συνένωναν το κεφάλαιο τους (ζώα) ή την εργασία τους μ’ ένα πολύ ενδιαφέρον σύστημα κατανομής των κερδών που υπολόγιζε το ίδιο την εργασία με το κεφάλαιο, για τη μεταποίηση του γάλακτος ή άλλων προϊόντων που παρήγαγαν από τη κτηνοτροφική τους δραστηριότητα.
[2] Στο Δήμο μας έχουμε εμψυχώσει τρεις συνεταιρισμούς – συνειδητά στη κατεύθυνση της κοινωνικής οικονομίας.
·        Το Συνεταιρισμό «Ιδαία Γη» - μετέχουν δέκα γυναίκες και τυποποιούν τοπικά προϊόντα.
·        Το Συνεταιρισμό «Ιδαίες» - μετέχουν επτά γυναίκες και κατασκευάζουν με παραδοσιακές τεχνικές πανέρια, καλάθια, ξύλινα παιχνίδια και χρηστικά αντικείμενα.
·        Το Συνεταιρισμό «Ανέγνωρο» εναλλακτικών μορφών τουρισμού  – μετέχουν δέκα νέοι της περιοχής και ασχολούνται με εναλλακτικές μορφές τουρισμού, περιβαλλοντική εκπαίδευση και οικοτουρισμό.